Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Ήρθε το τέλος...ή μήπως όχι (ακόμα) ;

 Κάποιοι άνθρωποι νομίζουν πως το να λες στον σύντροφο σου "ας χωρίσουμε" έχει την ίδια βαρύτητα με το να λες "καλημέρα" ή "ωραίος καιρός σήμερα". Μπορεί να γίνομαι σκληρή και αυστηρή και επικριτική όμως το θεωρώ αδικαιολόγητο. Και δεν δέχομαι καν σαν ελαφρυντικό πως περνούσε δύσκολα ή ότι όλοι κάνουμε λάθη. Αυτός που έχει τον χωρισμό σαν καραμέλα που τη χρησιμοποιεί όποτε θέλει είναι εγωιστής και σε μεγάλο βαθμό, αδιαφορεί για το τι νιώθει ο σύντροφος του. Γιατί αλλιώς δεν εξηγείται. Ο χωρισμός δεν είναι αστείο. Κάθε άλλο μάλιστα, για πολλούς ανθρώπους μπορεί να είναι καταστροφικό.

Και είναι τόσο  μα τόσο ψυχοφθόρο να μπαίνεις στη διαδικασία να φαντάζεσαι τη ζωή σου χωρίς εκείνον που είχες δίπλα σου μέχρι τώρα, να ξεκινάς από το 0, όμως αυτό να αποτελεί επιλογή κάποιου άλλου που δεν ξέρεις καν αν είναι όντως αυτό που πραγματικά θέλει, ή αν απλά θέλει να δοκιμάσει λίγο την τύχη του χωρίς εσένα για να δει πώς θα του πάει.

Και μετά έρχεται το πισωγύρισμα : "ξέρεις, δεν μπορώ χωρίς εσένα κι αφού εγώ δεν μπορώ θα ξαναείμαστε μαζί."  Έτσι απλά. Χωρίς ένα συγγνώμη για την ταλαιπωρία και άσχετα αν εσένα σου κόπηκε η όρεξη και την τελευταία βδομάδα δεν έβαλες μπουκιά στο στόμα σου από τη στεναχώρια και το κλάμα. Τι κι αν έχασες τον ύπνο σου και άφησες όλον τον υπόλοιπο κόσμο να υπάρχει χωρίς εσένα,λες και η καθημερινότητα δεν σε αφορά; Έλα μωρέ! Κομμάτια να γίνει, αφού σε θέλει πίσω όλα καλά κι ωραία. Θα είναι σαν να μην έγινε τίποτα....

...Μέχρι την επόμενη φορά που η κασέτα θα ξαναπαίξει από την αρχή. Και πάλι να γίνεσαι κομμάτια, πάλι να χάνεις τον ύπνο σου για να δεις που έφταιξες και πόσο άδικη υπήρξες (ασχέτως αν δεν υπήρξες άδικη τελικα) πάλι να δέχεσαι κατηγορίες που προσπαθείς να ορθοποδήσεις και να βρεις τον εαυτό σου.

Ε όχι,αυτό παραείναι άδικο για σένα.Να είσαι σε μια σχέση που κάθε τρεις και λίγο θα πρέπει να πέφτεις στα πατώματα. Να είσαι σε μια σχέση που δεν μπορείς να είσαι 100% ο εαυτός σου γιατί υπάρχουν πράγματα που ενοχλούν τον άλλον και, τι να κάνεις, ας καταπιεστείς εσύ λίγο για να φαίνονται όλα οκ και να είναι όλοι ευχαριστημένοι.

Όμως δεν πάει έτσι.Αυτές οι σχέσεις δεν αντέχουν για πολύ, όσο κι αν το παλεύουν ή νομίζουν πως το παλεύουν. Από τη στιγμή που ένας από τους δυο χάνει το δικαίωμα στην ελεύθερη και αυθόρμητη έκφραση, τότε όλο το οικοδόμημα είναι στραβό, λοξό κι ανάποδο και de facto  θα καταρρεύσει.
Και στην τελική,ας γίνουμε και λίγο εγωιστές. Γιατί να μειώνουμε τον εαυτό μας, τις πεποιθήσεις μας, τις ιδέες μας, τα θέλω μας για να είναι κάποιος άλλος ευχαριστημένος πιστεύοντας πως βρήκε αυτό που ήθελε; Και με εμάς τι γίνεται; Ποιος θα μας ευχαριστήσει εμάς όταν εμείς παραμελούμε τον εαυτό μας;

Εξάλλου, ο έρωτας, ο πραγματικός έρωτας δεν έχει καμία σχέση με όλα αυτά. Ο πραγματικός έρωτας σε συνεπαίρνει, δεν σε βάζει σε διλήμματα, δεν μειώνει την αξιοπρέπεια σου. Εκεί δεν υπάρχει εγωισμός. Κι όταν ακόμα ο ενθουσιασμός του πρώτου καιρού απομακρύνεται, αυτό που μένει είναι κάτι πιο βαθύ. Αυτό που μένει είναι ο σεβασμός,η εκτίμηση για την ψυχή και την προσωπικότητα του άλλου. Η αμοιβαία κατανόηση και υποστήριξη, το να μπαίνεις στη θέση του άλλου κάθε φορά που εκείνος νιώθει άσχημα ή κάθε φορά που εσύ σκοπεύεις να προκαλέσεις τα αρνητικά του συναισθήματα.
 Ο έρωτας και η αγάπη, αυτά που σπάνια μπορεί να συναντήσει κανείς στο ίδιο πρόσωπο δεν έχουν απαιτήσεις και προτιμήσεις, παρά δέχονται τον άλλον όπως είναι. Κι αυτό που είναι σε συμπληρώνει,αλλιώς δεν σου κάνει. Η αγάπη είναι απόλυτη,δεν δέχεται εκπτώσεις, δεν χωράνε πισωγυρίσματα και ραγίσματα του γυαλιού.


 "... ή κανείς ή κι οι δυο μαζί..."


Να ζεις, να αγαπάς και να μαθαίνεις

Να ζεις: να κάνεις λάθη, να πέφτεις, να ξανασηκώνεσαι, να αναρωτιέσαι, να βιώνεις νέες εμπειρίες, να αναθεωρείς..
Να αγαπάς: πάντα να αγαπάς,γιατί ζωή χωρίς αγάπη είναι μισή ζωή.Το ιδανικότερο; Να αγαπάς και να αγαπιέσαι ταυτόχρονα.
Να μαθαίνεις: όλα είναι εμπειρίες και όλα είναι γνώση...

Δεν γίνεται να διαβάσεις αυτό το βιβλίο και να μην σε επηρεάσει!
 Σε κάνει να βλέπεις τη ζωή από διαφορετική οπτική γωνία. Όσο απογοητευμένος κι αν νιώθεις, διαβάζοντας το βιβλίο αυτό του Μπουσκάλια, αλλάζεις. Θυμάσαι πράγματα που ήξερες αλλά δεν τους έδινες σημασία. Μαθαίνεις πράγματα που δεν ήξερες,για τον εαυτό σου, για τους άλλους, για τον κόσμο γύρω σου.
Ένα βιβλίο τόσο απλά γραμμένο, και τόσο εντυπωσιακό. Ένα βιβλίο σύμβουλος για κάθε περίσταση της ζωής, για κάθε εποχή και για κάθε ηλικία.
Σου φτιάχνει τη διάθεση, σε γεμίζει με αποφασιστικότητα, αισιοδοξία, πυγμή, θάρρος. Σε παρακινεί να βρεις τον εαυτό σου, να παλέψεις για αυτά που θες, να διεκδικήσεις τα δικαιώματα που σου ανήκουν, να νιώθεις πάντα ελεύθερος και όχι καταπιεσμένος.

Η ζωή είναι μικρή και είναι θλιβερό να την σπαταλάμε δεξιά και αριστερά για πράγματα ανούσια και όχι για τα σημαντικά,δηλαδή για αυτά που μας κάνουν ευτυχισμένους και ολοκληρωμένους. Πρέπει να παίρνουμε το μέλλον μας στα χέρια μας και να μην αφήνουμε τον καιρό να περνάει έτσι, άχρωμα, άγευστα. Εμείς είμαστε αυτοί που πρέπει να δίνουμε χρώμα και γεύσεις και όχι να περιμένουμε από κάποιον άλλον να το κάνει για εμάς, όσο σημαντικό κι αν θεωρούμε αυτόν τον άλλον. Δεν πρέπει να στηρίζουμε την ευτυχία μας στους άλλους, ούτε να εξαρτάται η διάθεση μας από τη δική τους.
Να δημιουργούμε και να επιδιώκουμε τις εμπειρίες και κατά συνέπεια τις αναμνήσεις που θέλουμε να έχουμε και να θυμόμαστε.
 ΤΏΡΑ είναι η πιο κατάλληλη στιγμή για να ζήσουμε.
Το χθες έχει φύγει και το αύριο είναι αβέβαιο. Μόνο το ΤΩΡΑ έχουμε.

Παρασκευή 8 Μαΐου 2015

Μαουτχάουζεν--Ιωάννης Καμπανέλλης

Η ιστορία που αφηγείται ο Ιάκωβος Καμπανέλλης δεν μοιάζει με καμιά άλλη. Δεν είναι ρομάντζο, ούτε μυθιστόρημα, ούτε κάποια φανταστική ιστορία.  Πρόκειται για μια πραγματική ιστορία. Αρχικά το βιβλίο είχε τη μορφή σκόρπιων σημειώσεων και πέρασαν 50 χρόνια (1945-1995) , όπως μας εξηγεί ο συγγραφέας, ώσπου να αποκτήσει την έντυπη μορφή που έχουμε στα χέρια μας. Το έργο αυτό αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές προσωπικές μαρτυρίες για τα εγκλήματα και τα βασανιστήρια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
            Ο συγγραφέας με τρόπο απλό περιγράφει την ωμή και τραγική πραγματικότητα που επικρατούσε κατά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (1943-1945) στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και εξοντώσεως και πιο συγκεκριμένα στο Μαουτχάουζεν όπου αιχμάλωτος βρισκόταν και ο ίδιος. Μας εξιστορεί με κάθε λεπτομέρεια μέχρι ποιου σημείου κτηνωδίας μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος προκειμένου, αρχικά, να επιβιώσει και αφετέρου να κερδίσει τίτλους και στιγμές δόξας.
           
            Στο βιβλίο διαβάζουμε περιστατικά που ξεπερνάνε κάθε φαντασία και λογική. Πώς αλλιώς θα μπορούσε νοήμων άνθρωπος να κατανοήσει τα όσα λάμβαναν χώρα τότε που θριάμβευε το Ναζιστικό Κίνημα του Χίτλερ;  «Δουλειά τους» οι Ες-Ες χαρακτήριζαν τον τρόπο με τον οποίο θα σκότωναν μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων σε σύντομο χρονικό διάστημα. «Δουλειά τους» ήταν να ανταγωνίζονται  ο ένας τον άλλον και νικητής να είναι εκείνος που θα φερθεί πιο απάνθρωπα, πιο ανελέητα από όλους. «Δουλειά τους» ήταν να γίνουν εκτελεστικά όργανα στο πιο απεχθές έγκλημα που γράφτηκε ποτέ στην Παγκόσμια Ιστορία.

            Άνθρωποι που βασανίστηκαν με κάθε δυνατό τρόπο και δίχως  οίκτο, απλά και μόνο επειδή έτυχε να γεννηθούν σε κάποιο άλλο μέρος του πλανήτη και όχι στην Γερμανία. Εκατομμύρια άνθρωποι που έχασαν τη ζωή τους χωρίς λόγο και αιτία, απλά και μόνο επειδή κάποιος αποφάσισε να πάρει στα χέρια του τη μοίρα της ανθρωπότητας και να το παίξει ηγέτης.
Άπειρα τα ερωτήματα στα οποία δεν υπάρχουν πολλές απαντήσεις, αλλά κι αυτές ακόμη που υπάρχουν δεν είναι αρκετές, δεν φτάνουν για να δώσουν κάποια σαφή και ικανοποιητική εξήγηση.
Μπορεί να έχει περάσει περισσότερο από μισός αιώνας από το τέλος εκείνου του πολέμου, ωστόσο τα αποκαΐδια της στάχτης του Φασισμού και του Ναζισμού δεν έχουν εξαλειφθεί  τελείως. Και δεν υπάρχει χειρότερο για το μέλλον και τη μοίρα κάθε λαού, από το να μην διδάσκεται απ’ την ιστορία του…

Κυριακή 3 Μαΐου 2015

Τι είπε στ' αλήθεια ο Γιουνγκ--- Ε.Α. Μπένετ

  Στο βιβλίο αυτό εισάγεται ο αναγνώστης στις βασικές θεωρίες του Γιουνγκ, όπως είναι η θεωρία του για τα αρχέτυπα, για την συνειδητή και ασυνείδητη ψυχική δραστηριότητα, καθώς επίσης και για τον κόσμο των ονείρων. Μέσα από αυτό το βιβλίο, κατανοεί κανείς κάποια σημεία της σχέσης του Γιουνγκ με τον Φρόιντ για την οποία πολλά έχουν ειπωθεί κι άλλα τόσα έχουν γραφτεί.
Το σημαντικό είναι πως ο συγγραφέας δεν είναι απλά ένας μεταγενέστερος μελετητής του σπουδαίου αυτού ψυχολόγου και ψυχαναλυτή, αλλά υπήρξε και προσωπικός του φίλος, γεγονός που προσδίδει περισσότερη εγκυρότητα στα όσα γράφει.
 Αυτό που χαρακτηρίζει τον Γιουνγκ,καθώς επίσης και αυτό που τον αποστασιοποιεί από την φροϋδική σχολή είναι το ότι δεν υπήρξε τόσο απόλυτος στις θέσεις που υποστήριζε αλλά υπήρξε διαλλακτικός και πάντα θετικός στο να επαναπροσδιορίσει τις αντιλήψεις και θεωρίες του, όποτε το έκρινε απαραίτητο για την πορεία της ψυχανάλυσης. Σε αντίθεση, ο  Φρόιντ υπήρξε δογματικός σε  ό,τι πρέσβευε, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα την ρήξη ανάμεσα στον ίδιο και τον Γιουνγκ. Ο Φρόιντ αναγνώριζε την ευφυΐα  και την οξύνοια του Γιουνγκ, όμως αυτό που δεν μπορούσε να του συγχωρέσει είναι πως δεν αποδεχόταν τις θεωρίες για το οιδιπόδειο σύμπλεγμα και την βρεφική σεξουαλικότητα.
  Το βιβλίο είναι ενδιαφέρον γιατί είναι γραμμένο σε γλώσσα απλή και όχι ιδιαίτερα επιστημονική, έτσι ώστε να μπορεί να το απολαύσει οποιοσδήποτε αναγνώστης χωρίς να έχει γνώσεις ή πτυχία ψυχολογίας. Τέλος, διαβάζοντάς το, κατανοούμε βασικές θεωρίες της ψυχολογίας και ταυτόχρονα μαθαίνουμε πράγματα για τον εσωτερικό μας κόσμο που πιθανώς αγνοούσαμε, ή δεν είχαμε ποτέ συνειδητοποιήσει πως υπάρχουν.